Οι πίνακες του Hofmann «Ο Ιησούς Δωδεκαετής στο Ναό» που παρουσιάσαμε στην προηγούμενη ανάρτηση και «Ο Χριστός και ο Πλούσιος Νέος» που παριουσιάζουμε στην παρούσα, αποτελούν τα δύο πιό αναγνωρίσιμα και φημισμένα έργα του καλλιτέχνη, που επιπλέον κατέχουν εμβληματική θέση στην Ευρωπαϊκή Ζωγραφική του 19ου αιώνος, ανάμεσα στα έργα του είδους. Ο πίνακας «Ο Χριστός και ο Πλούσιος Νέος», ελαιογραφία σε καμβά, σύμφωνα με την τεκμηρίωση που ο ίδιος ο δημιουργός του φρόντισε να διασώσει, ολοκληρώθηκε την 1η Ιουνίου 1889. Αμέσως μετά αποκτήθηκε από τον Jonh D. Rockefeller ενώ στη συνέχεια αγοράστηκε από την Αμερικανίδα με καταγωγή το Σαν Φραντζίσκο Elise Drexler η οποία τον προσέφερε στη Riverside Church στη Νέα Υόρκη, στην εκκλησία στην οποία βρίσκεται «Ο Χριστός στον Κήπο της Γεσθημανή» έργο κι αυτό του Hofmann, που αποτέλεσε όπως είδαμε την πηγή της εμπνεύσεως για τη δημιουργία της Εικόνος με το ίδιο θέμα στο Τέμπλο της Τρυπητής. Ο «Χριστός και ο Πλούσιος Νέος» είναι έργο με έντονο αφηγηματικό χαρακτήρα και ανάγλυφη διήγηση, εναρμονισμένο με τους κανόνες της Ιστοριογραφικής Θρησκευτικής Ευρωπαϊκής Ζωγραφικής. Ο Κύριος που απεικονίζεται στο μέσον ακριβώς της συνθέσεως ενδεδυμένος τον κόκκινο χιτώνα και το μπλε ιμάτιο (παράδοση καθιερωμένη από την Ανατολική Βυζαντινή Ορθόδοξο Εικονογραφία που μεταπήδησε και υιοθετήθηκε επίσης από τη Δυτική) με μία ολοζώντανη κίνηση των Χειρών Του δείχνει στο προβληματισμένο Πλούσιο Νέο (τα πολυτελή ενδύματά του δηλώνουν την ευμάρειά του) τον αναξιοπαθούντα καταβεβλημένο και ασθενή ημίγυμνο πένητα γέροντα στο πίσω πλάνο του πίνακα στο αριστερό άκρο, τον οποίο συνοδεύει νεαρή γυναίκα (η θυγατέρα του;) η οποία παρακαλουθεί με ενδιαφέρον τη συνομιλία του Χριστού με το νεανία. Το έργο διαρθρώνεται σε δύο επίπεδα, στο πρώτο, το πιο κοντινό στο θεατή που ενοικείται από τις φιγούρες του Κυρίου και του Πλούσιου Νέου και στο δεύτερο στα αριστερά, στο οποίο απεικονίζονται ο γέροντας και η κόρη. Το πρώτο επίπεδο το οποίο καταλαμβάνει το μεγαλύτερο τμήμα του πίνακα οριοθετείται από το λιθόκτιστο τοίχο κτηρίου που λειτουργεί ως παραπέτασμα το οποίο απομονώνει τις δύο κεντρικές φιγούρες της συνθέσεως από το φόντο και όσα διαδραματίζονται στο δεύτερο επίπεδο στο βάθος του έργου, δημιουργώντας τη ψευδαίσθηση πως τόσο ο Κύριος όσο και ο Νέος βρίσκονται στη σύνθεση τοποθετημένοι πολύ κοντά στο θεατή του πίνακα. Σε επιστολή που απηύθυνε στο ζωγράφο από την Aμερική η Elise Drexler όταν απέκτησε τον πίνακα, εξέφρασε την επιθυμία να μάθει περισσότερα για την πρωτογενή έμπνευσή του που τον οδήγησε στη δημιουργία του έργου. Ο Hofmann στην απάντησή του σημείωσε: «Αυτό που ανέκαθεν με ένδιέφερε στην τέχνη μου ήταν η έκφραση του προσώπου κάθε εικονογραφούμενης μορφής επειδή η έκφραση αυτή αποκαλύπτει την εσωτερική ζωή κάθε ατόμου, εξωτερικεύει τα συναισθήματά του και αντικατοπτρίζει το χαρακτήρα του. Για παράδειγμα, ο προβληματισμός στο πρόσωπο του πλούσιου νέου στον πίνακα, φανερώνει τη ντροπή του μπροστά στο ενδεχόμενο να αγνοήσει εκείνο που του ζητά ο Κύριος. Αντιθέτως, η έκφραση στο πρόσωπιο του Σωτήρος αποτέλεσε για μένα τη μεγαλύτερη πρόκληση. Επιδίωξίς μου υπήρξε εξ’ αρχής να αποτυπώσω με αληθοφάνεια τη δύναμη που θα έπρεπε να έχει το Βλέμμα του Χριστού και η δυεισδυτικότητα με την οποία η Ματιά Του θα καταλάμβανε τις εσωτερικές πτυχές της ψυχής του Νέου, ταυτοχρόνως όμως θα έπρεπε να είναι Βλέμμα όχι επικριτικό, αλλά Βλέμμα συμπαθείας και αγάπης προς αυτόν». Ο Heinrich Hofmann απέδωσε στη Μορφή του Ιησού που φιλοτέχνησε στον πίνακα «Ο Χριστός και ο Πλούσιος Νέος» την κίνηση του Σώματος και τα χαρακτηριστικά του Προσώπου που προσέδωσε στη Μορφή του Κυρίου ο ζωγράφος της Βενετικής Σχολής κατά την Ιταλική Αναγέννηση Τισιανός (1488 ή 1490 – 1576) στον πίνακά του «Η Πληρωμή του Φόρου», ελαιογραφία που φιλοτέχνησε ο μεγάλος καλλιτέχνης το 1516 με διαστάσεις 75Χ65 εκατοστά, που σήμερα βρίσκεται στη Δρέσδη στην Old Masters Picture Gallery. Η Μορφή του Χριστού στον πίνακα του Τισιανού που ενέπνευσε τον Hofmann, προσέφερε την ευκαιρία στον Γερμανό ζωγράφο να φιλοτεχνήσει στον πίνακά του «Ο Χριστός και ο Πλούσιος Νέος» μία από τις πιο πετυχημένες πνευματικές, εμβληματικές και αναγνωρίσιμες απεικονίσεις του Θεανθρώπου στο προσκήνιο της Παγκοσμίου Ζωγραφικής. Αντιλαμβανόμενος ο Hofmann την τεράστια επιτυχία που γνώρισε το έργο του επανέλαβε την απεικόνιση της Μορφής του Χριστού με τις μεθόδους της Χαρακτικής Τέχνης, ώστε να εκτυπωθεί σε πολλά αντίτυπα με στόχο να αποκτηθεί από όσο το δυνατόν περισσότερους φιλότεχνους, σπίτια και οικογένειες πόλεων και χωρών της Ευρώπης. Η καλλιτεχνική καταξίωση με την οποία περιεβλήθη στον καιρό του ο Heinrich Hofmann χάρη στο ταλέντο που διέθετε να απεικονίζει στους πίνακές του με ζωντάνια και πνευματικότητα το Θείο Πρόσωπο του Ιησού, τον ώθησε να επαναλάβει την Απεικόνιση της Ιεράς Μορφής του Κυρίου σε στάση προτομής σε τρεις τουλάχιστον επιπλέον συνθέσεις του, η πρώτη εκ των οποίων, ελαιογραφία σε καμβά του έτους 1894 με την επωνυμία «Ο Σωτήρ», βρίσκεται (όπως και οι πίνακές του «Ο Χριστός στον Κήπο της Γεσθημανή» και «Ο Χριστός με τον Πλούσιο Νέο»), στη Riverside Church, στη Νέα Υόρκη. Ο Henrich Hofmann υπήρξε ζωγράφος βαθύτατα θρησκευόμενος, ο οποίος μελετούσε συνεχώς την Αγία Γραφή. Η πίστις του οδηγούσε το χέρι του για να αποτυπώσει την ψευδαισθησιακή άυλο πνευματικότητα που εμφανίζει η Μορφή του Θεανθρώπου στους πίνακές του. Η συνεχής επιτυχία που σημείωνε κάθε φορά ο Hofmann όταν απεικόνιζε τον Ιησού στα έργα του, παρακίνησε την Ιρλανδή Μουσικό Αρχαιολόγο και Επιμελήτρια Μουσικών Οργάνων Kathleen Schlesinger (1862 – 1953) σε άρθρο της αφιερωμένο στο ζωγράφο που δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό The Strand, να τον ρωτήσει εάν είχε ως πρότυπο συγκεκριμένο πρόσωπο ανδρός, το οποίο παρατηρούσε και μελετούσε από την παιδική του ηλικία ως την ενηλικίωσή του. Της απήντησε: «Στους πίνακές μου δε χρησιμοποιώ ποτέ μοντέλο για το Πρόσωπο του Σωτήρος. Πως θα μπορούσε εξ΄άλλου να βρεθεί ένα τέτοιο πρόσωπο στη γη; Όταν διαβάζω στη Βίβλο για τον Χριστό, ορθώνεται αυθορμήτως στη φαντασία μου η εικόνα του Προσώπου Του. Την εικόνα αυτή προσπαθώ να κρατήσω ζωντανή στη ψυχή μου και να την αναπαράγω με την τέχνη μου». Η αδιάκοπος μελέτη της Αγίας Γραφής από το ζωγράφο καθοδήγησε την έμπνευσή του να δημιουργήσει τις πολυάριθμες Εικονογραφικές Σκηνές που περικλείουν οι τρείς Ενότητες που δημιούργησε με Παραστάσεις από τη Ζωή του Χριστού, την πρώτη εκ των οποίων φιλοτέχνησε κατά το έτος 1885 υπό τον Τίτλο: «Ενθυμείσθε», τη δεύτερη το 1887 με Τίτλο: «Δεύτε προς με» και την τρίτη το 1891, με Τίτλο: «Ειρήνη υμίν». Ο Hofmann φιλοτέχνισε αρχικώς τις Παραστάσεις ως σχέδια ασπρόμαυρα με μολύβι, προκειμένου όμως να τις εκδόσει στα τρία Πορτοφόλια αναπαρήγαγε τα σχέδια ως Χαρακτικά με την τεχνική της μονόχρωμης Χαλκογραφίας. Η εκδοτική ωστόσο επιτυχία που σημείωσαν οι τρείς Ενότητες και η συνεχής ζήτηση για νεότερες εκδόσεις, οδήγησαν τον καλλιτέχνη να επεξεργαστεί τα αρχικά ασπρόμαυρα σχέδια και τις χαλκογραφίες που είχαν προκύψει από αυτά επιχρωματίζοντας κάποιες με την τεχνική της υδατογραφίας και κάποιες άλλες με την τεχνική της τετράχρωμης λιθογραφίας, με σκοπό την επανέκδοσή τους. Η παράσταση με Τίτλο:“'Αφετε τα παιδία ελθείν προς με” αποτελεί ίσως την πιο γνωστή στη χώρα μας χαρακτική σύνθεση από όσες φιλοτέχνησε ο Hofmann με σκοπό να τις συμπεριλάβει στα τρία Πορτοφόλια που δημιούργησε με τη Ζωή του Χριστού. Τα περισσότερα από τα σχέδια αυτά γνώρισαν ευρεία διάδοση στην Ελλάδα και αγαπήθηκαν, λόγω των αλλεπάλληλων επανεκδόσεών τους από τις Θρησκευτικές Αδελφότητες της “Ζωής” και του “Σωτήρος”. Επάνω, η σύνθεση σε μορφή γκραβούρας χαρακτικού και κάτω, σε μορφή τετράχρωμης λιθογραφίας. Η Ιστοριογραφική Θρησκευτική Ζωγραφική την οποία υπηρέτησε καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του ο Heinrich Hofmann με αφοσίωση, συμπορεύτηκε στο εικαστικό ευρωπαϊκό προσκήνιο παραλλήλως προς τα υπόλοιπα Καλλιτεχνικά Ρεύματα που άνθισαν κατά το μεγαλύτερο διάστημα του 19ου αιώνος, όπως ο Ρομαντισμός, ο Κλασικισμός, ο Νεοκλασικισμός ή η Ναζαρινή Τεχνοτροπία. Μετά το 1880 ωστόσο, οι νέες καλλιτεχνικές τάσεις της εποχής με κέντρο το Παρίσι (όπως ο Ιμπρεσιονισμός και λίγο αργότερα ο Εξπρεσιονισμός) εκτόπισαν τον Κλασικισμό και τη Θρησκευτική Ζωγραφική, με συνέπεια o Hofmann που κατά την ακμή της καλλιτεχνικής του δημιουργίας απήλαυσε την αναγνώριση ως του απουδαιότερου ευρωπαίου ζωγράφου θρησκευτικών σκηνών με ιδιαίτετη μάλιστα επιτυχία στην απεικόνιση της Μορφής του Κυρίου, προς το τέλος της ζωής του να αγνοηθεί και προοδευτικά να λησμονηθεί. Το γεγονός ωστόσο πως τα έργα του ζωγράφου αγαπήθηκαν από τους αμερικανούς φιλότεχνους και ως εκ τούτου μεγάλος αριθμός τους βρέθηκε ευθύς μετά τη δημιουργία τους σε Ναούς και Συλλογές των Ηνωμένων Πολιτειών, υπήρξε η αιτία της διασώσεώς τους, αντίθετα με πολλά από τα έργα του ζωγράφου που παρέμειναν στη Γερμανία τα οποία αφανίστηκαν (όπως και τόσων άλλων καλλιτεχνών) κατά τις καταστροφές που προξένησαν οι βομβαρδισμοί στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Αίγιον, Μάρτιος 2019 Σπυρίδων Κρητικός, Ζωγράφος