SUNDAY OF THE PARALYTIC 10/05/2020 Όλο το δράμα του σύγχρονου ανθρώπου, κρύβεται στο παράπονο του παραλύτου της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, « Κύριε, άνθρωπο ουκ έχω». Αιώνες πριν τη έλευση του Χριστού στην γη, ο φιλόσοφος Διογένης έψαχνε και αυτός, μάταια, μήπως ανακαλύψει ανάμεσα στην λαοθάλασσα που τον περιέβαλλε, τον Άνθρωπο. Πικρό βγαίνει το παράπονο από τα χείλη του παραλύτου. Κύριε, βρίσκομαι κατάκοιτος εδώ τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια, φωνάζω, ζητάω βοήθεια, αλλά κανείς δεν με ακούει, κανείς δεν με προσέχει. Οι φωνές μου και η κάθε μου προσπάθεια πέφτουν στο κενό. Ὁ καθένας κοιτάζει να βολευτεί ο ίδιος, χωρίς να ενδιαφέρεται για τον άλλο. Μία νέα προβατική κολυμβήθρα έχει γίνει η κοινωνία μας. Άνθρωποι πάνε κι έρχονται όμως λείπει ο Άνθρωπος. Βρισκόμαστε μέσα σε μία απέραντη λαοθάλασσα επτά δισεκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά ζούμε παρέα με την μοναξιά μας. Στεγαζόμαστε στις ίδιες πολυκατοικίες, βρισκόμαστε κάτω από την ίδια στέγη, εργαζόμαστε στις ίδιες επιχειρήσεις στα ίδια εργοστάσια. Μαζευόμαστε στις πλατείες, στις αγορές, στα πανεπιστήμια, στα γήπεδα, συμμετέχουμε σε τελετές και πανηγύρια. Δυστυχώς, έχουμε επικοινωνία χωρίς να έχουμε ανθρώπινη σχέση, βοήθεια ουσιαστική. Όλα γίνονται επιφανειακά, συμβατικά, χωρίς ειλικρίνεια, χωρίς ανθρωπιά, δίχως Θεό. Δεν έχουμε ψυχική επικοινωνία, αντάμωμα της καρδιάς. Ο σύγχρονος άνθρωπος, για να σπάσει την απομόνωσή του, αναζητά άλλα υποκατάστατα. Λύση όμως δεν βρίσκει. Όλοι φωνάζουν βοήθεια και όλοι ἤ σχεδόν όλοι έχουν ψυχολογικά προβλήματα, ζουν με ηρεμιστικά και ψυχοφάρμακα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα του καιρού μας. Να φωνάζεις και ἡ φωνή σου, ο σπαραγμός σου να μη φτάνει στα αυτιά κανενός, αλλά να πέφτει στο κενό, ο άνθρωπος να παραμένει αβοήθητος. Ὁ καθένας να ζει μόνο για τον εαυτό του. Δεν έχω άνθρωπο, φωνάζει ἡ επιστήμη. Παρ᾿ ότι διαθέτει δυνατούς εγκέφαλους, δεν μπορεί να μορφώσει σωστά τον κόσμο. Δεν έχω άνθρωπο, φωνάζει η πολιτεία, για να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο. Δεν έχω άνθρωπο, παραπονιέται η Εκκλησία, για να θυσιαστεί για το ποίμνιο του Χριστού. Δεν έχω άνθρωπο, φωνάζουν οι θεσμοί, που ισοπεδώθηκαν και κινδυνεύουν να γίνουν ιστορικά μουσεία. Όλοι ζητούν βοήθεια, όλοι ζητούν άνθρωπο, αλλά βοήθεια δεν φαίνεται από πουθενά. Αυτό είναι και το παράπονο του παραλύτου. Πολλοί περνούν από μπροστά του, μα κανείς δεν συμπάσχει μαζί του. Επιστήμονες, τον περιεργάζονται επιστημονικά, σαν να είναι πειραματόζωο. Καλλιτέχνες, τον περιγράφουν καλλιτεχνικά και γίνεται θέμα στα έργα τους. Τύποι θρησκευτικοί του εύχονται περαστικά. Κανείς όμως δεν στέκεται κοντά του, δεν σκύβει στον πόνο του, δεν αφουγκράζεται τον χτύπο της καρδιάς του. Αυτό είναι και το δράμα ολόκληρης της ανθρωπότητας. Απομονωθήκαμε σε μια εκούσια μοναξιά και πάψαμε να ενδιαφερόμαστε για τον διπλανό μας. Οι κοινωνίες μας, έγιναν απρόσωπες ποσότητες υπάρξεων, όμοιες με κουρντισμένες μηχανές που δουλεύουν για να παράγουν. Η κοινωνία μας χρειάζεται αληθινούς ανθρώπους και όχι ρομπότ ή μηχανές. Δυστυχώς, κινούμεθα κάτω από φανταχτερούς τίτλους ενώσεων, παγκοσμίων συμβουλίων, πολιτιστικών και θρησκευτικών οργανώσεων, χωρίς καμιά ουσιαστική επαφή ενότητα και σύνδεσμο. Προφανώς οι διαπιστώσεις αυτές δεν είναι πρωτότυπες και κατά καιρούς έχουν επισημανθεί από πολλούς στοχαστές που μας κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Μάταια όμως θα ψάχνουμε για τίμιους και αληθινούς ανθρώπους, εάν δεν φροντίσουμε προηγουμένως να μάθουμε το, «πως γίνονται οι άνθρωποι;». Άνθρωποι καλοσυνάτοι και προσεκτικοί, στοργικοί και σπλαχνικοί, έτοιμοι να δείξουν αισθήματα και να θερμάνουν καρδιές. Μια κοινωνία που οι άνθρωποι σπανίζουν, δεν μπορεί να πάει μπροστά. Θα χωλαίνει επικίνδυνα, γιατί θα διαψεύδει τις ελπίδες και θα φουντώνει τις αντιθέσεις.