SUNDAY 30/08/2020 TWELFTH SUNDAY OF MATTHEW Η πρώτη ερώτηση που έκαμε κάποιος νεαρός που ήταν πολύ πλούσιος προς τον Κύριο μας Ιησού Χριστό ήταν: «Αγαθέ Διδάσκαλε, τι καλό να κάνω για να αποκτήσω την αιώνια ζωή; (Ματθ. ιθ', 16)». Για να ακολουθήσει αμέσως μετά η δεύτερη ερώτηση τού νέου εκείνου που ήταν: «τί έτι υστερώ; (Ματθ. ιθ', 20)». Ερωτήματα πολύ σοβαρά. Ερωτήματα για ένα ζήτημα που πρέπει να απασχολούν κάθε άνθρωπο σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού της επίγειας ζωής του. Αυτά τα αγωνιώδη ερωτήματα του νεανίσκου της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, τυραννούν κάθε άνθρωπο, έστω και ασυνείδητα. Κι όταν δίνει λάθος λύσεις σε αυτές τις αγωνίες, ακόμα κι όταν προσπαθεί να τις ξεφορτωθεί, ακόμα και και τότε δεν παύει να μοιάζει με ένα ηλιοτρόπιο που αναζητά τον ήλιο, μόνο που αντί του ήλιου ψάχνει να δει τον Θεό για να υπάρχει. Υπάρχουν και σήμερα νέοι οι οποίοι σαν τον νεανίσκο της περικοπής, ενδιαφέρονται για την αιωνιότητα. Υπάρχουν νέοι που θέλουν να πλησιάσουν την χριστιανική διδασκαλία και να βάλουν τον Χριστό στην ζωή τους, αλλά έχουν και κάποιες ενστάσεις να καταθέσουν... Η συνηθέστερη που προβάλλουν αφορά το γεγονός, ότι ο χριστιανισμός προβάλλει ένα σύστημα εντολών το οποίο αδυνατούν να ακολουθήσουν... Μας αρέσει η προσευχή, μας αρέσει η καλοσύνη προς τους συνανθρώπους ισχυρίζονται, αλλά υπάρχει αυτό το πλαίσιο που στην σημερινή ζωή φαντάζει ανεφάρμοστο. Ο νεανίσκος του Ευαγγελίου, έχει δεθεί εμπαθώς με την φιλαργυρία και δυστυχώς, αποτελεί τον τύπο για πολλούς από εμάς τους θεωρούμενους χριστιανούς. Πόσοι από εμάς, δεν ζούμε με τον ψεύτικο εαυτό μας; Νομίζουμε ότι πορευόμαστε σωστά και έχουμε τον Θεό και τους αγίους μαζί μας διότι προσευχόμαστε, εκκλησιαζόμαστε, κοινωνούμε ίσως, κάνουμε και κάποιες ελεημοσύνες, ενώ η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Επιτελούμε τα θρησκευτικά μας καθήκοντα, δεν θέλουμε όμως να στερηθούμε μερικά από τα αγαθά που έχουμε διαθέτοντας από αυτά σε έργα αγάπης και φιλανθρωπίας ή σε άλλα ιερά έργα, κι ενώ γύρω μας τόσοι υποφέρουν, εμείς θέλουμε να ζούμε άνετα, να έχουμε τα πάντα, αλλά μόνο για εμάς. Αυτός που είναι προσκολλημένος στα γήινα, που ζητά απολαύσεις, αυτός πάσχει ακριβώς απ' εκείνο το πάθος που δεν αφήνει τούς πλούσιους να εισέλθουν στην Βασιλεία του Θεού. Ας κοιτάξει ο καθένας μας μέσα του κι ας επισημάνει το δικό του πάθος. Αυτός που αγαπά τον πλησίον ως εαυτόν, δεν έχει τίποτα επιπλέον από τον πλησίον λέγει ο Μ. Βασίλειος. Πλούτος και αγάπη είναι ποσά αντιστρόφως ανάλογα. Δηλαδή, θα ρωτήσει κάποιος, όποιος θέλει να ακολουθήσει τον Χριστό, πρέπει να πουλήσει όλη του την περιουσία; Όχι ασφαλώς. Η παραγγελία αυτή του Κυρίου δόθηκε στον συγκεκριμένο πλούσιο και είχε ειδικό σκοπό. Να τον απεξαρτήσει από τη φιλαργυρία. Διότι η φιλαργυρία του αυτή δεν τον άφηνε να ακολουθήσει τον δρόμο της τελειότητας. Ο Κύριος δηλαδή προκειμένου να οδηγήσει κάθε άνθρωπο στην τελειότητα, του ζητά να απαρνηθεί το άλφα ή βήτα πάθος που τον δένει στη γη και δεν τον αφήνει να αγαπήσει ελεύθερα και δυνατά τον Θεό. Κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό πάθος κυρίαρχο στην ψυχή του. Άλλος είναι δέσμιος στο θυμό, άλλος στη ζήλεια, στη μέθη, στο ψέμα, στην πονηρία. Πρέπει λοιπόν ο άνθρωπος να ελευθερωθεί από το κυρίαρχο πάθος του, να εισέλθει στη στενή πύλη και να βαδίσει την τεθλιμμένη οδό για να κερδίσει την αιώνια ζωή. Γι’ αυτό όσο είναι καιρός, ας πολεμήσουμε όλοι μας τα πάθη εκείνα που κυριαρχούν στην ψυχή μας, που μας κρατούν σκλάβους στη γη και δεν μας αφήνουν να αγαπήσουμε τον Θεό. Η ιστορία του πλουσίου νεανίσκου δείχνει ότι όχι μόνο άνθρωποι υλιστές, γήινοι και χωματένιοι παρουσιάζονται να θέλουν την εγωιστική απόλαυση του πλούτου μόνο για τον εαυτό τους και να έχουν ειδωλολατρική εξάρτηση από αυτόν, αλλά και άνθρωποι της Εκκλησίας, άνθρωποι με μεταφυσικές ανησυχίες και προβληματισμούς. Το «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης καρδίας, ψυχής και διανοίας» παραμένει δύσκολη και ακατόρθωτη για τους περισσοτέρους από εμάς εντολή.