«Επίτρεψον ημίν απελθείν εις την αγέλην των χοίρων» Το περιστατικό της θεραπείας δύο δαιμονισμένων μας διηγείται σήμερα ο ευαγγελιστής Ματθαίος, οι οποίοι κατοικούσαν σε μνήματα, έξω από την πόλη των Γεργεσηνών. και αποτελούσαν κίνδυνο για τους διερχόμενους ταξιδιώτες. Μόλις είδαν τον Χριστό, φώναξαν: “Τι έχεις μαζί μας, Ιησού, Υιέ του Θεού; ήρθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;”. Ήταν τα δαιμόνια που μιλούσαν, και παρακαλούσαν τον Χριστό, αν τα διώξει, να τους επιτρέψει να πάνε στο κοπάδι των χοίρων που έβοσκε εκεί κοντά. “Πηγαίνετε”, τους λέει ο Ιησούς, και αμέσως άφησαν τους ανθρώπους και πήγαν στους χοίρους, και ολόκληρο το κοπάδι έπεσε στη θάλασσα και αφανίστηκε στα νερά. Τότε οι βοσκοί των χοίρων γύρισαν στην πόλη και διηγήθηκαν όσα είχαν συμβεί. Και σύσσωμος ο λαός βγήκε από την πόλη όχι για να υποδεχτεί τον Χριστό, αλλά για να Τον παρακαλέσει να φύγει από τα σύνορά τους, όπως και έγινε. Γιατί οἱ δαίμονες θέλησαν να πάνε στους χοίρους; Επειδή η χαρά τους εἶναι να ταλαιπωρούν τους ανθρώπους και να καταστρέφουν τη δημιουργία του Θεού. Αφού θα εκδιώκονταν από τους δαιμονισμένους ανθρώπους, τουλάχιστον να βλάψουν τα ζώα, τα οποία ο Μωσαϊκός Νόμος είχε κατατάξει μεταξύ των ακάθαρτων ζώων και απαγόρευε στους Εβραίους να τρέφουν και τρώγουν χοίρους. Όποιος άγγιζε χοίρο θεωρούνταν ακάθαρτος. Και οι Γεργεσηνοί παρέβαιναν φανερά και προκλητικά τον Μωσαϊκό Νόμο. Η σημαντικότερη όμως αλήθεια που μας αποκαλύπτει το αίτημά τους αυτό, είναι η πλήρης αδυναμία τους. Όταν ζητάς άδεια από κάποιον, αναγνωρίζεις την εξουσία εκείνου και τη δική σου κατωτερότητα και αδυναμία. Οι δαίμονες λοιπόν διατυπώνον­τας αυτό το αίτημα αναγνωρίζουν ότι ο Ιησούς Χριστὸς είναι ο παντοκράτωρ Θεός, ο Δημιουργός των πάντων, ο Οποίος έχει απόλυτη εξουσία επάνω σε ολόκληρη τη δημιουργία. Τον αναγνωρίζουν όμως χωρίς μετάνοια, όπως φανερώνει ὁ πρώτος λόγος τους, «τι σχέση υπάρχει ανάμεσα σ᾿ εμάς και σ᾿ Εσένα;». Οι δαίμονες δεν ἔχουν εξουσία ανεξέλεγκτη πάνω στους ανθρώ­πους, οτιδήποτε κάνουν, το κάνουν με την άδεια του Θεού. Δεν μπορούν νὰ βλάψουν αυθαίρετα τον άνθρωπο. Από την άλλη μεριά, παρά την τόσο συγκλονιστική αποκάλυψη της θεότητας του Ιησού, παρά το θαύμα της θεραπείας των δύο δαιμονισμένων, ο λαός της πόλης αντί να δεχτεί τον Χριστό, όπως άλλοτε οι Σαμαρείτες, Του ζητάνε να εγκαταλείψει τα όρια της πόλης τους. Αντί να Του ζητήσουν να τους βοηθήσει θεραπεύοντας τους ασθενείς, όπως συνέβαινε σε κάθε τόπο από τον οποίο περνούσε, Του ζητάνε να φύγει χωρίς χρονοτριβή. Η στάση τους αυτή δεν μπορεί να ερμηνευτεί, παρά ως γεγονός πνευματικής τύφλωσης και αναλγησίας. Παρόλο που έχουν μπροστά τους το θαύμα, αδυνατούν να πιστέψουν στον Χριστό. Φαίνεται πως πιο πολύ τους ενόχλησε ο χαμός των χοίρων, των οποίον σημειωτέον η εκτροφή απαγορευόταν από το Μωσαϊκό νόμο, αντί να τους συνετίσει και να τους οδηγήσει σε μετάνοια. Με τον τρόπο που συμπεριφέρονται αποδεικνύουν ότι μπορεί να μην διακατέχονται από δαιμόνια, αλλά είναι συντεταγμένοι με τα έργα του σκότους, είναι συμβιβασμένοι με την αμαρτία και την ανομία, και δεν επιθυμούν την πνευματική τους θεραπεία, ούτε να αλλάξουν τρόπο ζωής. Γιατί, αν δέχονταν τον Χριστό στην πόλη τους, αν Τον δέχονταν στην καρδιά τους, έπρεπε να μετανοήσουν και να ακολουθήσουν την διδασκαλία του Ευαγγελίου. Μη μας φαίνεται περίεργο όμως το παράδειγμα των Γεργεσηνών. Ακούμε συχνά γύρω μας ανθρώπους να λένε, “αν δεν δω ένα θαύμα, δεν πιστεύω”, οι οποίοι στην ουσία αναζητούν άλλοθι για την δική τους απιστία έναντι του Θεού. Παρόλο που το θαύμα προϋποθέτει την πίστη, όπως βλέπουμε σε όλα όσα έκανε ο Χριστός, υπάρχουν ωστόσο περιπτώσεις θαυμάτων, σαν το σημερινό, που προσφέρονται για εκείνους που θέλουν να ενισχύσουν την πίστη τους. Κι όμως, ακόμα κι αν συμβεί στους ίδιους, στην πραγματικότητα δεν είναι διατεθειμένοι να πιστέψουν, γιατί δεν είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν τρόπο ζωής. Και για τον λόγο αυτό, επειδή δεν μπορούν πλέον να δικαιολογηθούν, αρνούνται τον ίδιο το Χριστό και Τον εξορίζουν εντελώς από τη ζωή τους. Αλλά και στη δική μας, χριστιανική καθημερινότητα, συχνά δημιουργούμε καταστάσεις, με τις οποίες θεωρούμε ότι μπορούμε να περιορίσουμε τον Χριστό και να συμπεριφερθούμε όπως οι άλλοι των ανθρώπων. Αυτός είναι και ένας από τους μεγαλύτερους πειρασμούς της εποχής μας, το να θεωρούμε δηλαδή ότι τα θρησκευτικά μας καθήκοντα αρχίζουν και τελειώνουν μέσα στο Ναό, είτε τις στιγμές που μόνοι μας προσευχόμαστε. Και όλες τις άλλες ώρες, σαν τους Γεργεσηνούς, επιδιδόμαστε σε ασχολίες από τις οποίες απουσιάζει το πνεύμα του Θεού. Ας αποφύγουμε το παράδειγμα των Γεργεσηνών, οι οποίοι αρνήθηκαν το πρότυπο του Χριστού και τον εξόρισαν από τη ζωή τους. Αυτή η εξορία του Χριστού από τη ζωή των ανθρώπων είναι η αιτία και ουσία του δράματος της σημερινής ανθρωπότητας, που υποφέρει από την έλλειψη αγάπης, ειρήνης και ανθρωπιάς. Μιας ανθρωπότητας, η οποία έδιωξε τον Χριστό από τους κόλπους της και υποφέρει από την έλλειψη αυτή. Από τη σημερινή κοινωνία λείπει η αγάπη του Χριστού και οι άνθρωποι παραδόθηκαν στη μισαλλοδοξία, τον φανατισμό, και την καταστροφή κάθε «διαφορετικού» συνανθρώπου. Μόνο αν οι άνθρωποι, ανοίξουν την καρδιά τους και βάλουν μέσα τον Χριστό και την Αγάπη Του, τότε θα πάει μπροστά η ανθρωπότητα και θα ανατείλουν καλύτερες μέρες για όλους. Αμήν Του Αρχιμανδρίτου π. Ιερόθεου Παπαθανασίου Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Παμμεγίστων Ταξιαρχών